O πίνακας είναι της ζωγράφου Μαρίας Καζάζη

Σάββατο 27 Φεβρουαρίου 2010



Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥ

Αφιερωμένο
στον
ποιητή
Α. Μυκονιάτη

Ο ήλιος έγραψε την ιστορία του,
πάνω από τα ασπρισμένα βότσαλα.
Εμείς θα γράψουμε την ιστορία του,
μέσα στην άμοιρη καρδιά μας,
και σαν γεράσουμε όπως η ηλιαχτίδα του,
πάνω στους μωβ μενεξέδες,
θα γείρουμε θλιμμένοι,
_σαν θεοί χωρίς ναό_
για να κοιμηθούμε αιώνια ,
μέσα στο πρασινισμένο όνειρο,
σε κάποιο απόμερο κοιμητήρι...
Βάσω Μπρατάκη

Από την ποιητική συλλογή μου
"ΤΑ ΕΡΩΤΙΚΑ -ΔΟΚΙΜΕΣ''
Γράφτηκε το 1983

Σάββατο 20 Φεβρουαρίου 2010




ΜΟΝΑΞΙΑ


Αλήθεια ,
πόση μοναξιά στο πέταγμα σου,
μικρή πεταλούδα του ονείρου,
πάνω από την γκρίζα πολιτεία,
με τα θαμπά φώτα,
αμπaρωμένες οι πόρτες της ψυχής,
κλειστά τα παραθυρόφυλλα του ύπνου
και στο μεγάλο τραπέζι της σιωπής,
το ψωμί από τα όνειρα των πεινασμένων...


Αλήθεια ,
πόση μοναξιά στις γειτονιές του φεγγαριού,
όταν λείπεις εσύ,
μονάκριβο μου άστρο,
έρωτα που έγινες δάκρυ,
στα συννεφιασμένα βλέφαρα του φθινοπώρου,
νοσταλγία που έγινες αγκάθι,
στα μαύρα ρόδα της μνήμης....


Αλήθεια,
πόση μοναξιά στις γειτονιές του ονείρου,
όταν καρδιά μου αλαφιασμένη,
σαν μικρή πληγωμένη ελαφίνα,
τον ρυθμό σου ψάχνεις σιωπηλά,
σε δωμάτια ερειπωμένα και άδεια,
παραδομένη στα μάγια του πόνου...

Βάσω Μπρατάκη

Σάββατο 13 Φεβρουαρίου 2010


Η ΑΠΟΥΣΙΑ


Ήταν ένα απόγευμα της σιωπής,
όταν ο ψίθυρος της βροχής ρυθμικά,
συνόδευε του χρόνου τα βήματα.
Και ήταν η καρδιά μου που έψαχνε,
νοσταλγικά μέσα στις στάχτες,
της θύμησης ροδοπέταλα φωτιάς,
όταν το φθινόπωρο πορευόταν βιαστικά,
μικρό αναμαλλιασμένο παιδί,
με όλους τους αέρηδες στα μαλλιά,
γλυκά να του σιγοτραγουδούν,
φέρνοντας στην αγκαλιά,
αρμαθιές από χρυσαφιά φύλλα.
Και ήταν η καρδιά μου,
το φυλλαράκι που ντύθηκε την φωτιά
και τρέμοντας φυλλορροούσε,
στου δειλινού τα δέντρα τα καφετιά.


Ήταν ένα απόγευμα της βροχής,
όταν οι ώρες πορεύονταν βιαστικά,
με τον βηματισμό αόρατων φαντάρων,
προς τα εκεί που έσβηνε ο χρόνος.
Και ήταν η θύμηση της αγάπης μας,
το μελαγχολικό τραγούδι του βιολιστή,
που έπαιζε κάτω από την βροχή,
όταν οι νότες της μουσικής,
σαν πουλιά μου έφερναν από μακριά,
την μελαγχολία που έσταζε γκρίζο
και στον τοίχο της προσμονής,
ένα γυμνό σκουριασμένο καρφί,
που δήλωνε την απουσία σου,
όταν οι τελευταίες στιγμές από φως,
σαν πουλιά αποδημούσαν για πάντα ,
στην άλλη πλευρά του ήλιου.

Βάσω Μπρατάκη

Σάββατο 6 Φεβρουαρίου 2010





Και ύστερα ήρθαν αυτοί,
που μας έφεραν την καταχνιά
και έκαναν τα όνειρα μας,
ένα μπουκέτο από νεκρά πουλιά,
στην ποδιά του χειμώνα
και τα κοράκια σαν σκιές απελπισίας,
γαντζώθηκαν στα ομιχλώδη τοπία,
στην πλευρά εκείνη του ορίζοντα,
όπου έσβηναν σιωπηλά ,
οι πατημασιές του ξένου που αιώνες τώρα,
ταξιδεύει κάτω από τα άστρα,
αναζητώντας την αγάπη του.
Και ήταν τα πλάνα λόγια τους,
σαν δόλια μέλισσα που τρυγούσε ,
σιγά-σιγά τις νύχτες μας,
γονιμοποιώντας ολοένα,
την γύρη από τα μυστικά άνθη,
ενώ μικροί ερωδιοί το φεγγάρι,
έπιναν σε ασημένια κούπα.
Και ήταν η ίδια η ζωή μας,
που σαν ποτάμι πέρασε από δίπλα,
στο ατέλειωτο βουητό του,
το ανατρίχιασμα των ψυχών,
όταν αγόρια και κορίτσια,
που είχαν άστρα στα μάτια,
σπονδή στον θεό του έρωτα έκαναν,
με δισκοπότηρο την ίδια την καρδιά τους.

Βάσω Μπρατάκη

Δημοφιλείς αναρτήσεις