Ποιητές κονταροχτυπιούνται στην αρένα του φεγγαριού
με λόγχες τους ίδιους τους στίχους τους
την αθανασία ποιος θα κερδίσει
κι εσύ να πεθαίνεις
ή να έχεις πεθάνει κι ακόμα να μη σου το λένε.
Ένας βάλτος τα όνειρά σου
με ύδατα λιμνάζοντα τις κούφιες ελπίδες,
αυτές που σου έδωσαν στο φως της ημέρας,
αλυσίδες στα πόδια και τα χέρια
τον ήλιο να μην μπορείς
να σηκώσεις και πάλι ψηλά
φυλαχτό να τον φοράς στα στήθια σου,
αετέ μου…