O πίνακας είναι της ζωγράφου Μαρίας Καζάζη

Κυριακή 25 Δεκεμβρίου 2011

                                         


              Ο ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΣ ΤΟΥ ΠΟΘΟΥ

                             (αναζητώντας  εσένα  )

Όταν  βαριά η πόλη κοιμάται
στα πέτρινα προσκεφάλια του ύπνου,
τις νύχτες που τα φώτα αιμορραγούνε
στις μεγάλες λεωφόρους του ονείρου
τότε  και  εγώ αναζητώ εσένα ,
το πιο όμορφο από τα όνειρά μου
μακρινό δειλινό βαμμένο
στο αίμα μικρής χελιδόνας .

Όταν  η  σιωπή γίνεται το αεράκι
που σιγοτραγουδά   στα κλαδιά του κόσμου
τις νύχτες που  ο   σκώληκας  της φθοράς
άπληστα  μου ροκανίζει τις ρίζες
και   η μελαγχολία των άστρων
μαύρα υψώνει κάστρα  στα ουράνια της ψυχής μου
τότε και  εγώ αναζητώ εσένα ,
το μάγεμα από το τραγούδι του Ορφέα
στα σκιερά δάση της  μνήμης

Όταν  ο ύπνος νωχελικά απλώνεται
στα ακρόκλαδα  των νυσταγμένων βλεφάρων
τις νύχτες που    ροδομάγουλες παρθένες
υφαίνουν το υφάδι  της θεάς Αφροδίτης
στον αργαλειό  της καρδιάς τους
τότε  και  εγώ αναζητώ εσένα ,
τον έρωτα που τρυφερά ανασταίνεται
στα άγουρα χείλη   των αγοριών
που γυμνόστηθα  κοιμούνται στις κάμαρες του ονείρου


Όταν    φουρτουνιασμένη η ζωή    ποτάμια κυλά
εκεί που άλλοτε βασίλευαν άνυδροι βασιλιάδες
και η αγάπη  σαν παιδούλα γλυκά ξυπνά
στις   μυστικές σπηλιές της ψυχής μου
τις νύχτες που πυρόξανθοι κοιμούνται
άγγελοι  στα  απλωμένα μπράτσα της νύχτας
τότε και  εγώ αναζητώ εσένα  ,
τον Αρχάγγελο του Πόθου
που έβαλε φωτιά στα όνειρά μου

Βάσω   Μπρατάκη
                \

Ο πίνακας είναι της ζωγράφου 
Μαρίας  Καζάζη   

Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2011

Η ΠΡΩΤΗ ΗΜΕΡΑ



                

           Η ΠΡΩΤΗ   ΜΕΡΑ

Είναι και εκείνο το προϊστορικό κοχύλι 
 που μέσα του έκλεισαν στοργικά οι αιώνες 
το εφτασφράγιστο μυστικό 
 της δημιουργίας του κόσμου
καθώς   η γη χωριζόταν  από τον ουρανό
κάτω από την βροχή μυριάδων άστρων
και εγώ ο θνητός γεννιόμουν 
από βροχή και χώμα

Σαν  ξύπνησε το πρώτο φως
στις φυλλωσιές   των  πελώριων δέντρων
 άρχισα να περπατώ με τα βήματα μικρού παιδιού
στις γειτονιές του κόσμου αγγίζοντας ψηλαφιστά 
 το διάφανο πρόσωπο της πρωτόπλαστης ημέρας 
 σαν μωρό που βύζαινε το στήθος της μάνας του

Και όταν  ο  ήλιος κοντοστάθηκε
πάνω από τα πέτρινα αλώνια
τότε και εγώ αγέρωχα σήκωσα το κορμί μου
σαν  έφηβος που δεν ήταν   αγόρι , μήτε κορίτσι
και αφού άγγιξα  τις ρίζες   των ήχων
στους κήπους της ακοής
μύστης έγινα των μυστικών  της φύσης
βαδίζοντας με γυμνά τα πέλματα
μη  και ταράξω τη σιωπή
που κρύβουν στην πλάτη τους τα θεόρατα βουνά
 και    σκύβοντας  πάνω από  το  τίναγμα της φλέβας
μικρής γαλάζιας θάλασσας 
τον αγέρα άκουσα   να με καλεί
με το κράξιμο των γλάρων  σε άγνωστα  λιμάνια

Και  σαν ξανάρθε το σκοτάδι
και καυτή η λάβα κύλησε στου φεγγαριού τις κοιλάδες
σγουρόμαλλα αγόρια και κορίτσια,
που στην μνήμη   είχαν τη φωτιά  των άστρων
στους δρόμους    ξεχύθηκαν
με  πύρινη  ρομφαία  την ίδια την καρδιά τους
και ήταν ο θεός του έρωτα ο   Ήφαιστος
που  σφυρηλατούσε το   μέταλλο της καρδιάς τους
τα βέλη του έρωτα    με περίσσια τέχνη  να κάνει 
που θα ‘φερναν   τη  μια ψυχή  κοντά στην άλλη
και από τότε τριγυρνούν στα σοκάκια της νύχτας 
σαν μοναχικά πουλιά που ψάχνουν το  ταίρι τους
Βάσω   Μπρατάκη   

Δημοφιλείς αναρτήσεις